Ο Στρύχνος ο μέλας [Solanum nigrum , Αγγλ. Hound-Berry], κοινώς Στύβνο ή Στύφνο (στην Κρήτη), Αγριοντομάτα, Αμπελουρίδα (στην Αίγινα), Μαυρόχορτο, Μαυρολάχανο, Μαυρομάχι, Κορφοί (στη Θήρα)] είναι ετήσια πόα της οικογενείας των Σολανιδών (Solanaceae), φαρμακευτικής σημασίας.
Στα φύλλα του φυτού υπάρχουν υψηλές συγκεντρώσεις σολανίνης (αλκαλοειδής ουσία), στρυχνίνης, σολαοϊασίδη [1] και μυρικού οξέος. Ο ώριμος καρπός του Σολανού είναι μικρή μαύρη ράγα σε τσαμπί. Οι ράγες αρχικά είναι πράσινες, μη βρώσιμες, που εξελίσσονται σε ώριμες μαύρες. Η ωρίμανση εξελίσσεται από τον Ιούλιο έως και τον Νοέμβριο.
Οι βρώσιμοι καρποί του Στρύχνου του μέλανος είναι γνωστοί για τις αντικαρκινικές τους ιδιότητες, σύμφωνα με την παραδοσιακή Κινεζική ιατρική. Ωστόσο, οι αντικαρκινικοί μηχανισμοί της αντικαρκινικής δράσης του είναι ανεπαρκώς κατανοητοί.
Το Σεπτέμβριο του 2016 δημοσιεύτηκε στο American Journal of Chinese Medicine, από μια ομάδα ερευνητών του Ιατρικού Πανεπιστημίου του Chung Shan στην Ταϊβάν, μια έρευνα που αφορούσε τη δυνατότητα του Στρύχνου του μέλανος να εμποδίσει την ανάπτυξη καρκινικών όγκων [2].
Οι ερευνητές μελέτησαν , εάν τα υδατικά ή τα πολυφαινολικά εκχυλίσματα των καρπών του Σολανού θα μπορούσαν να εμποδίσουν την ανάπτυξη όγκων που επιτυγχάνεται μέσω της αγγειογένεσης.
Χορηγώντας λοιπόν αυτά τα εκχυλίσματα σε ποντίκια πειραματόζωα (γυμνά ποντίκια), στα οποία είχαν τοποθετηθεί καρκινικά κύτταρα βρήκαν ότι, τόσο τα υδατικά, όσο και τα πολυφαινολικά εκχυλίσματα του Στρύχνου του μέλανος περιόρισαν τον όγκο και το βάρος των καρκινικών όγκων. Επίσης βρέθηκε ότι ελαττωσαν την έκφραση του CD31, που αποτελεί δείκτη αγγειογένεσης.
Και τα δύο εκχυλίσματα του Στρύχνου του μέλανος ανέστειλαν επίσης το σχηματισμό τριχοειδικών δομών στα ενδοθηλιακά κύτταρα που προκαλούνται από τον αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα (VEGF).
Η δοκιμασία χοριοαλλαντοϊκής μεμβράνης αυγού κοτόπουλου [chicken egg chorioallantoic membrane (CAM)] και η δοκιμασία βύσματος Matrigel έδειξαν περαιτέρω ότι τα εκχυλίσματα του Στρύχνου του μέλανος παρεμπόδισαν την καρκινική αγγειογένεση.
Στα ανθρώπινα ενδοθηλιακά κύτταρα αγγείων του ομφαλίου λώρου (HUVECs), και τα δύο εκχυλίσματα Στρύχνου του μέλανος καταστέλλουν την προκαλούμενη από τον VEGF ενεργοποίηση του ΑΚΤ και του mTOR.
Επιπλέον, και τα δύο εκχυλίσματα Στρύχνου του μέλανος ανέστειλαν τη βιωσιμότητα των κυττάρων HepG2 ανθρώπινου ηπατώματος και αυτά τα αποτελέσματα συσχετίστηκαν με την έκταση της αναστολής της οδού AKT / mTOR, μια ενδοκυτταρική οδό σηματοδότησης σημαντική για τη ρύθμιση του κυτταρικού κύκλου.
Συμπερασματικά, τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι, τα εκχυλίσματα του Στρύχνου του μέλανος ανέστειλαν την ανάπτυξη όγκου και την αγγειογένεση με τη μείωση της βιολογικής δραστηριότητας της βιοχημικής οδού καρκινογένεσης AKT / mTOR σε κύτταρα.HUVECs και HepG2 [2].
Ο Στρύχνος ο μέλας ρυθμίζει πολλαπλές οδούς βιολογικής σηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του υποδοχέα επιδερμικού αυξητικού παράγοντα.
Ο Στρύχνος ο μέλας μειώνει τη βιολογική δραστηριότητα 24 κύριων πρωτεϊνών που παίζουν άμεσους ρόλους στη βιοσύνθεση των λιπαρών οξέων.
Τόσον ο Στρύχνος ο μέλας, όσο και η σολαοϊασίδη, που περιέχει έχουν δείξει ισχυρή μείωση της βιολογικής δράσης του υποδοχέα της συνθετάσης λιπαρού οξέος-επιδερμικού αυξητικού παράγοντα και αποτελέσματα κατά του μη μικροκυτταρικού καρκινώματος του πνεύμονος.
Ο Στρύχνος ο μέλας θα μπορούσε να γίνει ένα νέο φάρμακο για τη θεραπεία του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα.
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.Shi F, Wang C, Wang L, Song X, Yang H, Fu Q, Zhao W. Preparative isolation and purification of steroidal glycoalkaloid from the ripe berries of Solanum nigrum L. by preparative HPLC-MS and ultra high performance liquid chromatography time-of-flight-MS/MS and its anti-non-small cell lung tumours effects in vitro and in vivo. J Sep Sci. 2019 Apr 23. doi: 10.1002/jssc.201801165.
2.Yang MY, Hung CH, Chang CH, Tseng TH, Wang CJ. SOLANUM NIGRUM SUPPRESS ANGIOGENESIS-MEDIATED TUMOR GROWTH THROUGH INHIBITION OF THE AKT/MTOR PATHWAY. The American Journal of Chinese Medicine. 15 September 2016; 44(6): 1273-1288. DOI: 10.1142/S0192415X16500713